Καί κείνη την στιγμή
δάκρυσα
Ο κ. Βαγγέλης
Αυγουλάς, φοιτητής Νομικής, γράφει την εμπειρία του ως τυφλού:
«Στις 7 Ιανουαρίου,
του Αϊ-Γιάννη, είχα πάει και εγώ σε μια γιορτή να πω τα "χρόνια
πολλά" σε έναν εξάδελφό μου. Κάποια στιγμή η πόρτα χτύπησε άλλη μία φορά,
τα βλέμματα των καλεσμένων που κάθονταν στο σαλόνι στράφηκαν προς τα εκεί και
εγώ, εκ γενετής τυφλός, περίμενα να ξεδιαλύνω τις φωνές των νέων επισκεπτών, να
καταλάβω ποιοι είναι, αν τους ξέρω ή όχι, αν σε λίγο θα συστηθώ ή θα χαιρετήσω
φίλους. Δεν πρόλαβα να... αποκωδικοποιήσω το πρώτο άκουσμα, γιατί ένα απαλό
άγγιγμα στο αριστερό μπράτσο με έκανε όπως καθόμουν να στραφώ μηχανικά προς τα
εκεί και ταυτόχρονα με απλωμένο το δεξί χέρι- αντανακλαστικές κινήσεις όσων
βλέπουμε αγγίζοντας- ζήτησα να "δω" ποιος είναι. Τότε ένα παιδικό
χέρι σφήνωσε μες στη χούφτα μου, με το αριστερό χέρι πλέον άγγιζα ένα
κοριτσάκι- είχε μακριά μαλλιά- περίπου στο ύψος της πολυθρόνας όπου καθόμουν,
οι φωνές είχαν γεμίσει το σαλόνι και κατάλαβα, χωρίς αμφιβολία πια, πως ήταν η
κόρη δύο φίλων, η Αγγελική, πέντε ετών. Δεν ήξερε λόγω ηλικίας να μου πει
"καλή χρονιά", "χρόνια πολλά" και τις λοιπές καθιερωμένες
ευχές λόγω εορτών, ήξερε όμως πολύ καλά πώς να με χαιρετήσει, πώς να με κάνει
να καταλάβω ποιος ήρθε, πώς να κάνει αμέσως και το δικό μου περίεργο βλέμμα να
στραφεί προς την πόρτα!
Είχαν περάσει μόνο
λίγα δευτερόλεπτα και εγώ, ακόμη ξαφνιασμένος, άκουσα να μας ζητούν "ο
καθένας να πάρει για ένα λεπτό το ποτό του στο χέρι" για να στρωθεί πάνω
από το τραπέζι το καλό τραπεζομάντιλο- είχε έρθει η ώρα του φαγητού. Αφήνω το
χεράκι της Αγγελικής για να πάρω το ποτήρι αλλά ήδη έχει προλάβει, το κρατά
υπομονετικά για ένα λεπτό και μετά το αφήνει πάλι προσεκτικά μπροστά μου, στο
σημείο όπου το είχα αφήσει για να το βρίσκω όποτε και όταν θέλω, αν θέλω,
εύκολα, άνετα και προ παντός μόνος μου.
Και εκείνη τη στιγμή
δάκρυσα! Γιατί δεν ξέρω πόσο ακριβώς
καταλάβαινε η Αγγελική τι έκανε, τι ακριβώς ένιωθε και τι της είχαν πει και
εξηγήσει οι γονείς της για μένα. Ξέρω όμως πως αυτό που έκανε δεν είναι το ίδιο
με τα ακατάλληλα σε κάθε πόλη πεζοδρόμια- όπου αυτά υπάρχουν- για να βγεις
ασφαλής από το σπίτι σου, με τα όμορφα λόγια των άεργων που παρουσιάζονται ως
αυτόκλητοι προστάτες των αναπήρων μη θέλοντας να καταλάβουν πως δεν τους έχουμε
ανάγκη, με τις τεράστιες ελλείψεις υποδομής σε κάθε τομέα αυτού που στη θεωρία
λέμε "κράτος πρόνοιας", που υποχρεώνουν τους αναπήρους- στην καλύτερη
περίπτωση- να παλεύουν καθημερινά να αποδείξουν πως δεν είμαστε βάρος στην
κοινωνία. Και φυσικά, δεν είναι το ίδιο με τη στάση πολλών που όταν βλέπουν
κάποιον τυφλό με παρέα ρωτούν τους γύρω του "πώς τον λένε;" σαν να
ρωτούν για κάποιο κατοικίδιο που βλέπουν να κάνει τον καθημερινό του περίπατο,
ή με τα δέκα λεπτά που περιπλανιόμουν στο Σύνταγμα αποπροσανατολισμένος από τον
πολύ κόσμο, τους μικροπωλητές, τα πολλά εμπόδια και τις άλλες αλλαγές για την
εορταστική ατμόσφαιρα λόγω Πρωτοχρονιάς, μέχρι να με δει σε εκείνη την
"ερημιά" κάποιος και να θελήσει να με βοηθήσει.
Μέχρι χθες έλεγα,
"δεν πρόκειται να αλλάξουμε". Από σήμερα λέω, "μπορεί και
μπορούμε να αλλάξουμε". Σ΄ ευχαριστώ Αγγελική!».
Εφημερίδα ''ΤΑ ΝΕΑ''
Εφημερίδα ''ΤΑ ΝΕΑ''
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Τάδε έφη