Απόσπασμα από
συνέντευξη της Δρ.
Πολυξένης Βελένη, Διευθύντριας του Αρχαιολογικού Μουσείου Θεσσαλονίκης με αφορμή τα σημαντικά ευρήματα κατά τις ανασκαφές στον σταθμό του μετρό Θεσσαλονίκης στην οδό Βενιζέλου.
Ας αναζητήσουμε αναλογίες με όσα συμβαίνουν (ή δεν συμβαίνουν) στην Καστοριά, πόλη-μνημείο της βυζαντινής, οθωμανικής και νεότερης περιόδου.
... Μήπως όμως το δίλημμα «ή Μετρό ή αρχαία» πλήξει για μία ακόμα φορά τα ίδια τα ευρήματα;
Το δίλημμα είναι απολύτως ψευδεπίγραφο, δόλιο και έχει αποκλειστικό
στόχο να παραπλανήσει και να διαχειριστεί ένα κοινό ημιμαθές και άβουλο,
γιατί αυτοί που γνωρίζουν αντιλαμβάνονται αμέσως την υστεροβουλία του.
Διότι θα πρέπει να καταλάβουν αυτοί που το θέτουν και να το μάθουν όσοι
δεν το γνωρίζουν, ότι
τίποτε δεν είναι πάνω από τις αρχαιότητες, βάσει
του ελληνικού συντάγματος, και επομένως οι αρχαιότητες δεν τίθενται
ποτέ, μα ποτέ υπό αμφισβήτηση, πόσω μάλλον όταν πρόκειται για ένα
τέτοιας έκτασης και τόσο καλής διατήρησης πολεοδομικό σύνολο σαν αυτές
του σταθμού του ΜΕΤΡΟ της Βενιζέλου.
Μπορεί να έχει μια πόλη μέλλον εάν απολέσει το παρελθόν της, την ιστορική της μνήμη;
Η πορεία μιας πόλης δεν είναι ασυνεχής. Η συλλογική μνήμη δεν
διακόπτεται, ούτε ανασυντάσσεται με κομμάτια της. Είναι ενιαία και
αρραγής και έτσι αλώβητη θα πρέπει να παραμένει. Και ο καθένας μας θα
πρέπει να έχει επίγνωση ότι όταν καταστρέφει αυτήν την πορεία των αιώνων
μιας πόλης είναι σαν να στρέφεται εναντίον του εαυτού του και
υποσκάπτει το μέλλον των επόμενων γενεών. Το να καταστρέφεις το παρελθόν
μιας πόλης είναι βέβαιο ότι ξεθεμελιώνεις το μέλλον της. Η Θεσσαλονίκη
είναι μία από τις ελάχιστες πόλεις στην υφήλιο που έχει την τύχη να
διασώζει όλα αυτά τα κομμάτια της ιστορίας της και μάλιστα, όπως
αποδεικνύεται από τα πρόσφατα ανασκαφικά ευρήματα σε όλους τους σταθμούς
του μετρό και ιδιαίτερα σε αυτούς της «Αγ. Σοφίας» και της «Βενιζέλου»,
σε εξαιρετικά καλή κατάσταση. Αυτό είναι ένας τεράστιος πλούτος για την
πόλη και για κάθε πόλη. Είναι η περιουσία της, είναι αυτό που μπορεί
και πρέπει να προβάλει προς τα έξω και να το αξιοποιήσει στον ύψιστο
βαθμό για να δείξει τη διαφορετικότητά της και την υπεροχή της στα
σημεία έναντι των άλλων τόπων.
«…Οι καιροί άλλαξαν. / Τα γεγονότα χάρηκαν / που γνωρίστηκαν μεταξύ τους / κι ανατάραξαν τους παλμούς / της καθεστηκυίας τάξης…»,
γράφετε σ’ ένα ποίημά σας. Μπορεί άραγε η ποίηση να κινητοποιήσει την
κοινωνία; Μπορεί η τοπική κοινωνία να διεκδικήσει αυτό που της ανήκει;
Θεωρώ ότι η τοπική κοινωνία μπορεί να διεκδικήσει πολλά αν ενημερωθεί
σωστά και επισταμένα. Αν συνειδητοποιήσει ότι την αφορά όλο αυτό το
ζήτημα του τρόπου διαχείρισης του αρχαιολογικού της πλούτου, αν της
εξηγήσουν τα αναμενόμενα οφέλη μιας μοναδικότητας, αν κατανοήσει ότι αν
της αφαιρέσουν το παρελθόν της είναι σαν να της κλέβουν και το μέλλον
της, αφού θα την αφήσουν χωρίς ταυτότητα. Άλλωστε, αυτής της κλίμακας τα
ευρήματα υπερβαίνουν τους αρχαιολόγους, υπερβαίνουν και τους
πολιτικούς, είναι κοινά κτήματα όλων, ανήκουν σε όλους τους κατοίκους
της πόλης, κατ’ αρχάς, και στην παγκόσμια κοινότητα στη συνέχεια. Εκεί
βρίσκεται όλη η υπεραξία αυτών των ευρημάτων, τα οποία δεν μπορούν να
συγκριθούν με το κόστος κανενός εργολαβικού έργου, γιατί, απλώς, είναι
ανεκτίμητα.
..................
Το αισιόδοξο μήνυμα απορρέει από τις ίδιες τις αρχαιότητες, που ήρθαν
σαν δώρο στην όλη μιζέρια μας για να μας θυμίσουν με τον καλύτερο τρόπο
ότι δεν έχουν χαθεί οι δυνατότητες για ένα πιο ευοίωνο μέλλον στην
καθημερινότητα της πόλης, στην ποιότητα της ζωής της. Αρκεί να
καταφέρουμε να αξιοποιήσουμε αυτήν την περιουσία που μας χαρίστηκε και
να μην καταβυθιστούμε στη δίνη ενός ανέλπιδου παρόντος με βεβιασμένες
αποφάσεις, για τις οποίες κάποτε είναι βέβαιο ότι θα μετανοήσουμε αλλά
θα είναι πλέον αργά.