Του ΚΩΣΤΑ ΑΓΓΕΛΑΚΟΥ *
«Η μόνη αντιβίωση για την
καταπολέμηση του κτήνους που περιέχουμε είναι η Παιδεία. Η αληθινή
παιδεία και όχι η ανεύθυνη εκπαίδευση και η πληροφορία χωρίς κρίση και
χωρίς ανήσυχη αμφισβητούμενη συμπερασματολογία. Αυτή η παιδεία που δεν
εφησυχάζει ούτε δημιουργεί αυταρέσκεια στον σπουδάζοντα, αλλά
πολλαπλασιάζει τα ερωτήματα και την ανασφάλεια. Ομως μια τέτοια παιδεία
δεν ευνοείται από τις πολιτικές παρατάξεις και από όλες τις κυβερνήσεις,
διότι κατασκευάζει ελεύθερους και ανυπότακτους πολίτες μη χρήσιμους για
το ευτελές παιχνίδι των κομμάτων και της πολιτικής» ΜΑΝΟΣ ΧΑΤΖΙΔΑΚΙΣ
Πριν από περίπου δύο χρόνια έγραφα, στο περιοδικό «Νέα Παιδεία»: «Τα
τελευταία απανωτά κρούσματα περιορισμού της ελευθερίας της έκφρασης και
ιδεολογικής τρομοκρατίας μάς έχουν προβληματίσει. Από τις ύβρεις έξω από
το θέατρο "Χυτήριο" και το κατέβασμα μιας θεατρικής παράστασης έως τις
αφίσες που χυδαία έγραφαν πως δεν υπήρχαν νεκροί στο Πολυτεχνείο, από τη
καταγγελία κατά της νηπιαγωγού στη Λευκάδα έως την ρατσιστική βία κατά
μεταναστών σε μέρη της Αθήνας, είναι πλέον απροκάλυπτη η φασίζουσα
ιδεολογία και πρακτική στην καθημερινότητά μας.
»Κύριος στόχος της απ' ό,τι φαίνεται είναι ο πυρήνας των
δημοκρατικών αξιών, δηλαδή η ελευθερία της σκέψης και της έκφρασης και ο
ορθολογισμός που βασίζεται στο λόγο της επιστήμης. Αυτές όμως οι
προκλητικές και αντιδημοκρατικές ενέργειες δεν θα επαναλαμβάνονταν αν
ετύγχαναν της γενικής κατακραυγής από την κοινωνία κι αν
αντιμετωπίζονταν σοβαρά από τα υπεύθυνα θεσμικά όργανα της Πολιτείας.
»Στην πραγματικότητα διακρίνουμε μια χαρακτηριστική απάθεια από
την κοινή γνώμη, μια αδιαφορία που οδηγεί στη γέννηση ελάχιστων
αντιδράσεων, ενώ η στάση των θεσμοθετημένων οργάνων της πολιτείας είναι
από αμυντική και απολογητική έως ύποπτη! Τελικά αυτές τις προκλητικές
φασιστικές συμπεριφορές τις "νομιμοποίησε και τις νομιμοποιεί" μια
κοινωνία η οποία επί χρόνια καλλιεργεί τον ανορθολογισμό, τον
αντιδιαφωτισμό, τη συνωμοσιολογία, την υποταγή σε μύθους και δόγματα.
Και πρώτα βιολιά στο ρόλο αυτό, οι κύριοι ιδεολογικοί μηχανισμοί του
κράτους, από τα ΜΜΕ έως ένα εκπαιδευτικό σύστημα στο οποίο η αβουλία, η
αφασία, η ακρισία ζουν και βασιλεύουν».
Τα τραγικά γεγονότα των τελευταίων ημερών επιβεβαίωσαν τις
παραπάνω ανησυχίες, ενώ ιδιαίτερα ενοχλεί η υποκριτική στάση όσων
ανέχονταν ή έτρεφαν τις συμπεριφορές αυτές και σήμερα κόπτονται να
εφαρμοστούν οι νόμοι και να λειτουργήσει γρήγορα η Δικαιοσύνη.
Οφείλουμε, βέβαια, να τους θυμίσουμε το αυτονόητο: ότι η ναζιστική
ιδεολογία και πρακτική δεν αντιμετωπίζεται μόνο με αστυνομικά και άλλα
κατασταλτικά μέτρα που στοχεύουν στην επιφάνεια και όχι στη ρίζα του
κακού! Το ισχυρότερο πλήγμα, εκτός φυσικά από τη δημοκρατική λειτουργία
των θεσμών και την οικονομική και κοινωνική δικαιοσύνη, θα το δεχτεί από
το γνωστικό και αξιακό περιεχόμενο μιας παιδείας βαθιά δημοκρατικής και
ουσιαστικά ανθρωπιστικής. Υπάρχει αυτή η παιδεία σήμερα, ώστε να
αποτελέσει το ισχυρότερο όπλο ενάντια σε οποιοδήποτε φασιστικό μόρφωμα
και συμπεριφορά;
Ακολουθώντας μερικά από τα τυπικά γνωρίσματα του πρωτο-φασισμού,
όπως τα παρουσίασε ο Ουμπέρτο Εκο, διαπιστώνουμε ότι η σημερινή
εκπαίδευση παρουσιάζει σοβαρά ελλείμματα ή σκόπιμες ιδεολογικές
αγκυλώσεις, που κάθε άλλο παρά μπορεί να αποτελέσει ως οργανισμός πεδίο
σθεναρής αντίστασης.
Πρώτο προβληματικό στοιχείο της, «η λατρεία της παράδοσης».
Ειδικότερα η μυθοποίηση και ο ναρκισσιστικός θαυμασμός «του αρχαίου
κλέους», για το οποίο υπάρχει χονδροειδής αμάθεια, οδηγεί σε ακραία
συνθήματα υπεροχής έναντι άλλων λαών και πολιτισμών, καθώς και στην
άρνηση ή στο χλευασμό του υγιούς μοντερνισμού.
Δεύτερο στοιχείο, ο δογματικός τρόπος προσέγγισης του ιστορικού
παρελθόντος, χωρίς τα επιστημονικά και παιδαγωγικά εργαλεία της
ιστορικής έρευνας, επιτρέπει μια εμμονική καθήλωση σε μύθους και
στρεβλώσεις που προέρχονται από ακραίες, έως γραφικές μορφές των μέσων,
δηλαδή της ευτελούς πλευράς της δημόσιας ιστορίας.
Δεν είναι τυχαίο ότι απόφοιτοι Λυκείου ή πτυχιούχοι ΑΕΙ, ακόμα
και ιστορικών τμημάτων, δεν έχουν αναπτύξει μέσω των σπουδών τους ένα
είδος κριτικής αμφισβήτησης παγιωμένων αντιεπιστημονικών αντιλήψεων για
την ελληνική και παγκόσμια ιστορία ή κοινωνία, με αποτέλεσμα να
υποστηρίζουν στο δημόσιο χώρο, ως ιστορικά τεκμηριωμένες, απόψεις περί
συνωμοσιών και ποικίλων ανορθολογισμών, ανάλογες με της Χρυσής Αυγής.
Η πραγματικότητα αυτή αποδεικνύει ότι οι μέχρι τώρα κυβερνήσεις
δεν έχουν εγκύψει μέχρι σήμερα (γιατί άραγε;) στην ουσία της παρεχόμενης
ιστορικής και πολιτισμικής γνώσης στους μαθητές. Αντίστοιχα και τα
πανεπιστήμια της χώρας, ενταγμένα συχνά στη λογική μιας χρησιμοθηρικής
γνώσης μέσω της παροχής τίτλων, δεν ασχολήθηκαν σε βάθος με το
ηθικό-αξιακό περιεχόμενο των σπουδών, καθώς και την ευρύτερη φιλοσοφική
και πολιτική αγωγή των σπουδαστών τους.
Ενα τρίτο στοιχείο συνδέεται με τη βίαιη εισβολή στην εκπαίδευση
της χυδαιότητας στο λόγο και στις πράξεις, της υβριστικής, ανομικής και
αγοραίας συμπεριφοράς που κυριάρχησε στο δημόσιο χώρο την τελευταία
εικοσαετία. Τα πρότυπα του lifestyle και της χουλιγκανικής βίας, που
είχαν ως σύνθημα την υποτιθέμενη ρήση του Γκέμπελς («όταν ακούω να
μιλάνε για κουλτούρα αρπάζω το όπλο μου»), δεν βρήκαν σθεναρή αντίσταση
σε μια εκπαίδευση όπου δέσποζε η αδιαφορία, ο ατομικισμός, η σιωπή και
φυσικά η συνειδητή αποφυγή τήρησης των στοιχειωδών γραπτών και άγραφων
κανόνων δημοκρατικής συμπεριφοράς. Σ' ένα τέτοιο περιβάλλον απορεί
κανείς που εκπλήσσονται πολλοί όταν βλέπουν ή μαθαίνουν για θυλάκους
νεοναζιστικής δράσης σε πολλά δημόσια αλλά και σε ιδιωτικά σχολεία.
Σ' αυτό το κλίμα μόνο θυμηδία προκαλούν οι αγωνιώδεις προτάσεις
κομμάτων και προσώπων, που συμμετείχαν σε προηγούμενες κυβερνήσεις, για
οργάνωση συζητήσεων και εκδηλώσεων στα σχολεία για το ναζισμό. Η
εκπαίδευση χρειάζεται άμεσα ένα «γνωστικό και παιδαγωγικό σοκ», ώστε
μέσα από την πραγματικά δημοκρατική της λειτουργία, τη δημιουργική της
επαφή με την επιστήμη και τον πολιτισμό να διαμορφώσει ένα περιβάλλον
στο οποίο ο νέος πολίτης «θα συλλογάται ελεύθερα». Κι αυτή η εκπαίδευση
προϋποθέτει έναν εκπαιδευτικό καλλιεργημένο και ελεύθερο, όχι φοβισμένο,
και φυσικά μια διαφορετική κοινωνία τόσο στις πολιτικές όσο και στις
οικονομικές δομές της.
* Επίκουρος καθηγητής Παιδαγωγικών στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο, διευθυντής του περιοδικού «Νέα Παιδεία»